Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

ΨΥΧΙΚΗ ΕΥΦΟΡΙΑ

Οταν η θεόπνευστη μελωδία συναντά την αφθεντία η φθαρτή ύπαρξη περνά τα όρια του μεταφυσικού προσεγγίζοντας την αθανασία.

MY WAY

Co-written by Paul Anka & Frank Sinatra
As performed by Frank Sinatra

And now, the end is near, and so I face, the final curtain.
My friend, I'll say it clear, I'll state my case, of which I'm certain.
I've lived, a life that's full, I've traveled each and every highway.
And more, much more than this,
I did it my way.

Regrets, I've had a few, but then again, too few to mention.
I did, what I had to do, and saw it through, without exemption.
I planned, each charted course, each careful step, along the byway,
and more, much more than this,
I did it my way.

Yes, there were times, I'm sure you knew,
When I bit off, more than I could chew.
But through it all, when there was doubt,
I ate it up, and spit it out.I faced it all, and I stood tall,
and did it my way.

I've loved, I've laughed and cried,
I've had my fill; my share of losing.
And now, as tears subside, I find it all so amusing.
To think, I did all that, and may I say --- not in a shy way,
"Oh no, oh no not me,
I did it my way".

For what is a man, what has he got?
If not himself, then he has naught.
To say the things, he truly feels,
And not the words, of one who kneels.
The record shows, I took the blows ---
And did it my way!

I did it my way.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

ΕΣΘΙΩ ΑΡΑ ΥΠΑΡΧΩ


"ΆΛΑΣ ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΑΝ ΜΗ ΠΑΡΑΒΑΙΝΕΙΝ"[1]

«Για τους Έλληνες ήταν αδιανόητο να φάνε[2] μόνοι. Ο Πλούταρχος λεει ότι το να φάει κανείς μόνος του "δεν σημαίνει να γευματίσει, αλλά να γεμίσει το στομάχι του σαν τα ζώα". Γι' αυτό, εκτός της πρόσκλησης καλεσμένων, υπήρχαν διάφοροι τρόποι να φάει κανείς με συντροφιά: οργάνωναν συμπόσια στα οποία οι συνδαιτυμόνες συνέβαλαν εξίσου ή ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Αυτά τα συμπόσια γίνονταν σε νοικιασμένες αίθουσες ή στο σπίτι μιας εταίρας. Κάποτε κάθε συνδαιτυμόνας έφερνε το φαγητό του στο καλάθι.Τα προγράμματα του φαγητού δεν ήταν υπερβολικά. Σε μια κωμωδία λέγεται ότι ένα τραπέζι στην Αθήνα είναι πολύ ωραίο στην εμφάνιση, μα δεν χορταίνει ένα πεινασμένο στομάχι. Στους Διαλόγους του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα οι συνδαιτυμόνες δεν συζητούν καθόλου για τα φαγητά. Το κλασικό ιδανικό της Αττικής απαιτούσε το φαγητό να προσφέρεται ωραία αλλά να μην είναι πολύ. Να είναι τόσο όσο χρειάζεται για να καταπραΰνει μια κανονική πείνα, γιατί το κύριο δεν ήταν το φαγητό αλλά n συντροφιά των συνδαιτυμόνων και οι συζητήσεις.»[3]

Ας κρατήσουν οι χοροί
και θα βρούμε αλλιώτικα στέκια επαρχιώτικα βρε
ώσπου η σύναξις αυτή
σαν χωριό αυτόνομο να ξεδιπλωθεί

Δεν πρόκειται για την «δια στοιχείων οινοπνεύματος δηλητηρίαση» ούτε καν αυτό που στην μετανεωτερική κουλτούρα ονομάζεται ‘τσιμπούσι’. Η αρχαιοελληνική όμως ερμηνεία του συμποσίου έρχεται να προσεγγίσει ρεαλιστικότερα την σκηνή και την ανάγκη. Είναι ακριβώς το μεσοδιάστημα που χωρίζει την μέθη από την διαυγή ενατένιση, είναι η ιαματική αίσθηση του ‘επικοινωνείν’.

Η ‘δια της βρώσεως και πόσεως’ ανταλλαγή νοήματος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του συναισθήματος της (προσδοκώμενης ή συντελεσμένης) κατανόησης[4].

Πρωταγωνιστές, πομποί και δέκτες εναλλάσσονται άτακτα στο περιβάλλον της διαλεκτικής αιμομιξίας, συγκρατώντας σθεναρά την ευπρόσωπη εκπροσώπηση τους όταν η συνείδηση απειλείται με ελαφρά συσκότιση. Κι’ όλα αυτά γύρω από το ίδιο τραπέζι. Λες και το έπιπλο σκαρώνει τερτίπια σαν υπάκουος εναλλάκτης που σκύβει υπάκουα ανακλώντας και μετατρέποντας το άρωμα και την γεύση σε συγχορδία άρρητων σημάτων, τεκμήρια ύπαρξης που προσπορίζει μόνο γνήσιους αντικατοπτρισμούς.

Mέσα στα ουράνια σώματα
με πομπούς και με κεραίες
φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα
ιστορία οι παρέες

Κλασματική απόσταξη που από την εξάτμιση προχωράει στην συμπύκνωση, αεριοποιώντας το παρελθόν και υγροποιώντας το παρόν οι φάσεις των χημικών διεργασιών λειαίνουν ευφραντικά τις αιχμές των εγκεφαλικών συνάψεων. Επεμβαίνουν χωροταξικά στην αναδιανομή προσλήψεων, εικόνων μηνυμάτων, και ακουσμάτων.
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πλημμυρίζει σωματίδια οινοπνεύματος ράθυμων εκπνοών καταστρέφοντας προσωρινά τα πρώτα οχυρωματικά κολλήματα των αναστολών.

Το οινόπνευμα διαχέεται μέσα στο (αρτηριακό, φλεβικό και τριχοειδικό) αίμα, επηρεάζοντας τα γαγγλιακά κύτταρα του κεντρικού νευρικού συστήματος με τέτοια δύναμη που η βεβαιότητα του κάποτε μεταμφιέζεται σε προσωρινή πεποίθηση του ποτέ, μέχρι τον επαναπατρισμό της την επαύριο στο πρόσωπο που κλείνει την σκηνή της αλήθειας και ανοίγει αυτήν της αυταπάτης.

Η εξομολόγηση και ο στοχασμός απελευθερώνονται έλλογα από την ισόβια καταδίκη τους επιτυγχάνοντας την αποθέωση της αμεσότητας, την επικοινωνιακή δαψίλεια και τελικά την αμφίδρομη τέρψη.
O ουρανός είναι φωτιές ανεμομαζώματα σπίθες και κυκλώματα βρε και παρέες λαμπερές το καθρεφτισμά τους στις ακρογιαλιές
Οι συνδαιτυμόνες κοιτούν υπό το κράτος λυγμικών – κυρίως- καταστάσεων μέσα από το καλειδοσκόπιο χρωμάτων και σχημάτων τις ψυχές των υπολοίπων απαιτώντας κάτι πάρα πάνω από απλή συνεννόηση.

Η λογική της εικόνας διανύει φάσεις, πρώτη από τις οποίες είναι αυτή των μεταιχμίων όπου όλοι ισορροπούν στο χείλος μίας επαπειλούμενης σχάσης συναισθημάτων που όταν συμβαίνει βυθίζει και στην συνέχεια φυγοκεντρίζει την επικοινωνία πριν από την γαλήνια χαλάρωση.

Οι άνθρωποι στην σχεδόν παραισθητική συνείδηση των γεγονότων που βιώνουν γεμίζουν αρετές στο επίπεδο της ασυνείδητής ειλικρίνειας και φιλαλήθειας, επιτυγχάνοντας έτσι την ταχεία ενηλικίωσή τους.

Η αισθητική του ‘ φαίνεσθαι’ παύει να απότελεί περιφερόμενο λάβαρο ή τίτλο τιμής . Οι περίκλειστοι μηχανισμοί αυτοπροστασίας και προσποίησης καταρρέουν και το πρόσωπο αποκαλύπτεται περισσότερο καθαρό, αγνό, διάφανο, χωρίς να διπλοεπεξεργάζεται την εικόνα του στην μηχανή του ψευδοσεινηδητού.

Αφού : «όταν κανείς σκέφτεται την αναπνοή του χάνει τον ρυθμό της»

Nα μας έχει ο Θεός γερούς
πάντα ν' ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε
βρε με χορούς κυκλωτικούς
κι άλλο τόσο ελεύθερους σαν ποταμούς

Σε αυτό το επίπεδο το νόημα της τροφής εκφυλίζεται ως χημική σύνθεση αναδεικνύοντας αυτό της φέρουσας κατασκευής μέσα από την οποία διοχετεύονται λόγια, συναισθήματα, λέξεις, ταξίδια, σκέψεις, ματιές, δυνάμεις πνεύματος και ψυχής τυλιγμένες σε μεμβράνη χαρμολύπης.

Βίωμα αλήθειας τα λόγια της καρδιάς εκφρασμένα σε έναρθρο λόγο οινοπνευματοποιημένο και διανθισμένο με τον γαστρονομικό λυρισμό της πολύχρωμης γεύσης..
Η ατομική μετοχή συμβολική εκπρόσωπος της μικροαστικής μας ύπαρξης προάγεται σε αστρικό δημιούργημα αυθεντικότητας.

Είναι κατά κάποιο τρόπο και απώλεια και αποκάλυψη, και φυγή και επιστροφή, και ψυχική ανάταση και οδυνηρή πτώση. Λες και η οργανική σύνθεση βγαίνει από το οπτικό πεδίο του κόσμου και αρχίζει να βλέπει αυτή τον κόσμο.
Έτσι αποκαλύπτεται η ψυχική ευρυχωρία (αν υπάρχει), όπου η ανάγκη του άλλου να διανυκτερεύσει βρίσκει καταφύγιο.
Κανένας δεν υπάρχει αφεαυτού του, αμφίδρομες και αλληλοεξαρτώμενες δυνάμεις συγκρατούν την ομήγυρη σε μία τόσο βέβαιη όσο και εύθραυστη ισορροπία.
Το στόμα εκτελωνίζει τις λέξεις με το φίλτρο της καρδιάς, αφύλακτοι ελεγκτικοί μηχανισμοί κοιτούν στα μάτια κάθ’ έναν ξεχωριστά, πειθήνια υπακούοντας στην ορχηστική μελωδία των κρυστάλλων και των μετάλλων που αγγίζονται ρυθμικά:
Τελικά “ Ο αριθμός της επικοινωνίας είναι αυστηρά το Δύο»[4].

¨Ήχοι, λόγια, αλήθειες, όλα μαζί κλωθογυρίζουν, αναμειγνύονται και ομογενοποιούνται όλα ζωτικά μέλη άμορφου νεφελώματος κάποιας εκστατικής συμφωνίας.

Και στης νύχτας το λαμπάδιασμα
να πυκνώνει ο δεσμός μας και
να σμίγει παλιές κι αναμμένες τροχιές
με το ροκ του μέλλοντός μας
Prospy
Θεσσαλονίκη 24/11/2007


[1]. Αρχαία παροιμία. το ψωμί και το αλάτι δηλώνουν το κοινό δείπνο, και το κοινό τραπέζι που ως δεσμός φιλίας είναι πανάρχαια ιδέα.

[2]. Το κατ' εξοχήν ρήμα που χρησιμοποιούσαν αρχαίοι μας πρόγονοι όταν έτρωγαν ήταν το εσθίω, που από τον επικό του τύπο εδώ έχουν επιβιώσει λέξεις όπως εδώδιμος. Το ρήμα τρώγω σήμαινε "μασουλάω, τραγανίζω, ροκανίζω" και τραγήματα ή τρωγάλια ήταν οι διάφοροι ξηροί καρποί που πολύ τους αγαπούσαν οι αρχαίοι σαν επιδόρπιο ή σαν συνοδεία του κρασιού. Τα τραγήματα τα έπαιρναν μαζί τους στο θέατρο, και μάλιστα ο Αριστοτέλης λέει στα "Ηθικά Νικομάχεια" πως όταν ήταν καλοί οι ηθοποιοί, οι θεατές αρκούνταν στην απόλαυση από το έργο, ενώ όταν το έργο ήταν βαρετό, τότε κυρίως οι θεατές μασουλούσαν τραγήματα

[3]. ΝΤΕΙΒΙΝΤΣΟΝ, ΤΖΕΙΜΣ Αρχαίοι Αθηναίοι. Ηδονές, καταχρήσεις και πάθη. Αθήνα 2004. Εκδόσεις Περίπλους.

[4]. ΔΗΜΟΥ, ΝΙΚΟΣ. Τρίπτυχο, Επικοινωνία, αγάπη, ελευθερία. Αθήνα 2002, Εκδ. Πατάκη.







Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2007

ΑΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΑΛΛΑΖΑ

Πρώτη φορά που την είδα,
στεκότανε,τη νύχτα εκείνη που η Ρώμη καιγότανε,
χιλιάδες χρόνια φωτιά και μηνύματα,
μα δεν ξεχνώ του κορμιού της τα κύματα.
Την είδα πάλι στις όχθες του Βόλγα,
που ένας στρατιώτης τη φώναξε Όλγα,
κάτι ψιθύρισε μέσα στο κρύο,
τότε μου 'χε φανεί τόσο αστείο.

Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.
Κάτι αν μπορούσα στον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.
Στο Πάλος νύχτα τ' όνομά της αφήνει,
γραμμένο κάπου στου Κολόμβου την πρύμνη,
τότε που οι Ισπανοί ξεκινούσαν,
και για μια άγνωστη μοίρα μεθούσαν.
Βρέθηκε κάποια στιγμή στη Γαλλία,
πρώτη του Μάη σε μια άδεια πλατεία,
σε λίγο οι φοιτητές θα ξεσπούσαν,
και μια αλλιώτικη ζωή θα ζητούσαν.

Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.
Κάτι αν μπορούσα στον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.

Σήμερα έχει στα χέρια ένα αγόρι,
πάλι ξεκίνησαν οι Σταυροφόροι,
μα ποιος ακούει και ποιος ενδιαφέρεται,
για ένα κόσμο που βράζει και φλέγεται.

Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.
Κάτι αν μπορούσα στον κόσμο να άλλαζα,
θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.

ΘΕΛΕΙ ΜΑΓΚΙΑ Η ΖΩΗ

Ευσταθία "Θέλει μαγκιά"
από το άλμπουμ "Χωρίς εσένα, η ζωή θα είναι..."

Αν τύχει και μ' ερωτευτείς
πολλά μπορεί να υποστείς
απ' τις αρχές θα 'ναι μεγάλες οι κυρώσεις
Οι ανυπότακτες καρδιές
φέρουν πολύ βαριές ποινές
γι' αυτό καλύτερα σε μένα
μην ενδώσεις.

Θέλει μαγκιά για ν' αρνηθείς
της σιγουριάς τα κυβικά,για έναν έρωτα να πεις
εγώ θα ζω με δανεικά
θέλει μαγκιά για να δοθείς
σε ένα πάθος δυνατό
μα εσύ μωρό μου δεν διαθέτεις απ' αυτό.

Αν τύχει και μ' ερωτευτείς
θα χάσεις την καλή δουλειά
και θα διωχτείς απ' την μεγάλη εταιρεία
Κι εκεί που όλα πάν' καλά
με σπίτια και εξοχικά
στο δρόμο θα βρεθείς
χωρίς να έχεις μία

Θέλει μαγκιά για ν' αρνηθείς
της σιγουριάς τα κυβικά
για έναν έρωτα να πεις
εγώ θα ζω με δανεικά
θέλει μαγκιά για να δοθείς
σε ένα πάθος δυνατό
μα εσύ μωρό μου δεν διαθέτεις απ' αυτό

Θέλει μαγκιά να μπορέσεις να δεις
τη ζωή καθαρά και να πεις γεια χαρά
Σ' ότι σε δένει σε κρατάει στη γη
και δεν σ' αφήνει να πετάς σαν πουλί
Όμως το βόλεμα είναι βόλεμα μωρό μου
πού ν' αφήσεις τη χλιδή μια αξία σταθερή
και να γυρίσεις πάλι στα ζόρια τα ίδια
αυτό το κάνουν μόνο όσοι έχουν μεγάλα....

Θέλει μαγκιά για ν' αρνηθείς
της σιγουριάς τα κυβικά
για έναν έρωτα να πεις
εγώ θα ζω με δανεικά
θέλει μαγκιά για να δοθείς
σε ένα πάθος δυνατό
μα εσύ μωρό μου δεν διαθέτεις απ' αυτό.

ΔΡΟΜΟΙ ΠΑΛΙΟΙ

ΔΡΟΜΟΙ ΠΑΛΙΟΙ

Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ' τυς ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή

Την ασήμαντη παρουσία μου
βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ' ανταμώσω κάποτε
φάσμα χαμένο του πόθου μου

Κι εγώ ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας ακόμα μια σπίθα τρεμόσβηστη
στις υγρές μου παλάμες

Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα
χωρίς να γνωρίζω κανένανε
κι ούτε κανένας με γνώριζε

Μανώλης Αναγνωστάκης

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007

ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΓΙΑ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΟΥΣ

Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ

Το να πονείς και να το λες
Αυτός δεν είναι πόνος
Μα να πονείς και να μην κλαις
Και να το ξέρεις μόνος
(Παραδοσιακό Κρητικό)

Αν δεν βιώσει κανείς την σκληρή μοναξιά του, δεν πονέσει μόνος στο σκοτάδι της ανεπανάληπτης ιδιοπροσωπίας του, αν δεν ‘γράψει’ “ώρες σκοπιάς” συντροφεύοντας τις οδυνηρότερες των σκέψεων του. Αν δεν αναζητήσει απαντήσεις στο πηχτό σκοτάδι της άγριας νύχτας της ζωής του. Αν δεν δακρύσει στο μαξιλάρι του .Αν δεν μαζέψει τα ζωτικά υπολείμματα της ψυχής του. Αν δεν ριγήσει στο φύσημα του σιμούν της ερήμου της ασύλληπτης απελπισίας του ,
Αν δεν στερηθεί αφού εκείνο που αρνηθήκαμε στον εαυτό μας είναι ακριβώς αυτό που οδήγησε τον εαυτό μας να φτάσει κάπου.
Αν δεν πονέσει
Αν δεν μοχθήσει
Αν δεν παραβγεί με το αμαρτωλό του «είναι».
Αν δεν πληρώσει με πόνο την ανθρώπινη αθλιότητά του.
….πώς θα ανακαλύψει το φως και την γλαυκότητα της ύπαρξής του?

Μοναχικός πόνος δίχως ίχνος μεταφορικής αναγωγής. Εκεί που η άβυσσος επικαλείται την άβυσσο σαν μάρτυρα υπεράσπισης. (Abyssos abyssum invocat) Ο άθλιος άνθρωπος εξαγνίζεται στην καθαρτήρια τελετή, βγαίνοντας περισσότερο γενναιόδωρος, ανεξίκακος, στοργικός, ταπεινός, μεγάθυμος, χαμογελαστός και απεριόριστα συμπονετικός.
Όταν καταφεύγει μακριά από τον κόσμο, τον σύντομο, τον θορυβώδη, τον ευκαιριακό, τον θεμελιωδώς παράφωνο και ασκητεύει ενικότερος από ποτέ, βρίσκοντας τον χώρο της εξατομίκευσης του ταυτότητας. Σ’ έναν κόσμο που εκπέμπει πανσπερμία σημάτων που ιριδίζουν κάτω από έναν ουρανό αδιαφορίας, ομογενοποίησης, ευκολίας, ασημαντότητας και άγνοιας.
Με την τελευταία να παίζει το τελευταίο της χαρτί, τον άσσο μίας δήθεν σεμνής ανωτερότητας της νοημοσύνης του, υπόλογη για κακουργήματα βαριάς μορφής.

Η ποιότητα απαιτεί θάρρος απροσμέτρητο, λάθη και χρόνο απαραίτητο για να την προσεγγίσουμε μ’ επιτυχία και να την κοιτάξουμε κατάματα.

Τίποτε στη φύση δεν είναι συμφιλιωμένο με την υψηλή ταχύτητα. Οι διαδικασίες είναι αργές, μακροχρόνιες και μακρόβιες. Έτσι και η ανάπτυξη του υγιούς ανθρώπου θα πρέπει να εναρμονιστεί με αυτούς τους ρυθμούς ενσωματώνοντας μηχανισμούς εξομάλυνσης των διακυμάνσεων του εσωτερικού του χρόνου.
Ηχηρή απάντηση στο αμερικάνικο ‘ότι έρχεται εύκολα, φεύγει επίσης εύκολα’ ‘ easy come easy go’.

Όλα χρειάζονται χρόνο. Χρόνο ποιοτικό. Κομμάτια βίου μετρημένα σε μονάδες αυτοαμφισβήτησης. Στιγμές πνευματικής επεξεργασίας στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στην σελίδα και το βλέμμα.
Χρόνος ληξιπρόθεσμος, μελλοθάνατος, αμείλικτος, χολερικό επιτήδευμα ενσυνείδητης αγωνίας όσο και συστατικός συγκρότησης πνεύματος και ολοκλήρωσης ψυχής.

«Έτσι με δυό λογιών αυτιά, τις νύχτες αφουγκράζεται ο καθείς τον θάνατο που έτσι κι αλλιώς βαδίζει κατ’ ευθείαν απάνω του.
Μια γοητεία, μία πλάνη – κι άμα τις ανασηκώσεις αποκάτου ένας λυγμός.
Κάθε νίκη από χιλιάδες μικρές ήττες καμωμένη.»
[1]

Γιατί μόνο με λάθη προχωράει ο άνθρωπος και χτίζει, αρκεί να τα διαπιστώσει και να τα’ αναγνωρίσει και αυτά σαν δικά του παιδιά.
2

Στο πλανητικό σύστημα του προσωπικού μας γαλαξία το κέντρο της ύπαρξής μας ταυτίζεται με την αφόρητη στέρηση και τον πόνο του ελλείμματος.
Ένα ταξίδι μαγικό σε προορισμούς αινιγματικούς εξαρτημένους από τις πονηριές της μεταφυσικής.
Πορεία εκτεθειμένη στην ακτινοβολία ενός απαισιόδοξου μυστηρίου. Άρρυθμη συνοδεία σε ακραίες ονειρικές ακροβασίες.

Στον κοινό τόπο του φυσικού παρόντος, του αβέβαιου μέλλοντος και του ακίνδυνου παρελθόντος, αντλείται από την καρδιά του πένθους της ψυχικής μας υπόστασης η σκληρή μονόδρομη διαλεκτική σε υψηλή κλίμακα εσωτερικής αντήχησης.
Εκεί παρόντα τα δυσφόρητα διλήμματα, εκεί οι οραματισμοί και οι ματαιώσεις, εκεί και οι πλέον δύστροπες εμπειρικές ψηλαφίσεις που η πραγματικότητα απαυγάζει σε maxi single έκδοση φανερώνοντας τις μοχθηρότερες των προθέσεών της.

‘Το κρεβάτι σιδερένιο σαν πολιτεία. Στην θέση των μαξιλαριών είναι οι φτωχές συνοικίες που πνίγονται με την πρώτη βροχή. Χωρίς συγκοινωνίες, τηλέφωνα, δρόμους. Εκεί ζουν τα μεγαλύτερα φεγγάρια της μοναξιάς μας.’[2]

Συνιστώ ανεπιφύλακτα αυτές τις σκληρές μοναχικές συναντήσεις με το εγώ σε χρόνο παρόντα που απεκδύεται τις εσωτερικές συμβάσεις του στο όνομα της πνευματικής ανάτασης.

Αυτά δεν τα γράφει κανείς. Κανονικά ότι γράφουμε και ότι λέμε πρέπει να το περιφέρουμε από δρόμο σε δρόμο κι’ από σπίτι σε νύχτα, ο ένας να συμπληρώνει και ο άλλος ν’ αφαιρεί. Το αλλιώς μας πονά.2

Αλέξανδρος Προσπαθόπουλος
Θεσσαλονίκη 16/11/2007

[1] Οδυσσέας Ελύτης «Ανοιχτά χαρτιά» .Εκδόσεις Ίκαρος. .6η Έκδοση.

[2] Μάνος Ελευθερίου «Το άγγιγμα του χρόνου» Εκδόσεις Καστανιώτη. 3η Έκδοση.

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2007

ΠΕΡΙ ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΥ

ΠΕΡΙ ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΥ

«Ζήτησα από το Θεό αγάπη και εκείνος μου έδωσε ανθρώπους να βοηθήσω»

Αν θελήσει κανείς να οριοθετήσει την έννοια του εθελοντισμού θα πρέπει ίσως να ξεκινήσει από τον ορισμό του ατόμου, τη διαφορά του με το πρόσωπο, τη μεταφυσική διάσταση της ύπαρξής του.

Η επιδερμική οπτική ερμηνεία φαντάζει ιδιαίτερη εύπεπτη αφού απελευθερώνοντας το άτομο από την αιχμαλωσία του κέρδους αποκαλύπτεται ο εθελοντικός εξαγνισμός.
Είναι άραγε τόσο απλό;

Η τιτλοδότηση από μόνη της δεν αρκεί. Έρχεται ως απονομή, διαρκής κορύφωση δια βίου αυτογνωσίας, ατέρμονης ενδοσκόπησης.
Το ψυχικό υπερβαίνει το λογικό, το συναίσθημα την απτή πραγματικότητα, τα άϋλο όν τον ένσαρκο άνθρωπο.
Δεν θα μπορούσε να μιλήσει κανείς τελεολογικά για αίτια και λόγους αλλά ούτε και για ολοκλήρωση, τελείωση ή προορισμό. Η εθελοντική διαύγεια έχει στάδια εξέλιξης που προσεγγίζουν ασυμπτωτικά τα ιδανικά όρια της συνείδησης.

Ο άνθρωπος “όν ατελές πεπερασμένο και πρόσκαιρο” κατά Αριστοτέλη, “ληξιπρόθεσμη ανακρίβεια που επωάζεται στο διηνεκές” κατ’ άλλους, έρχεται απέναντι σε αυτή την πρόκληση σε αντίθεση με την ίδια του τη φύση.
Όλες του οι ενέργειες εκπορεύονται από ανάγκη ιδιοτελή, απολύτως κερδοσκοπική, προσοδοθηρική. Ζυγίζει τα γεγονότα με όρους αντιπραγματισμού. Μεταποιώντας την ιδέα σε βιωματική συλλογή ιδεών και το νόημα σε προσδοκία εσωτερικής γαλήνης.

Συνάμα οι μορφές εκφυλισμού που αναπτύσσονται στο κέντρο της επιταχυνόμενης δίνης του μετανεωτερικού γίγνεσθαι αλλοιώνουν εύκολα τον ισχνό και αδύναμο φλοιό της εύθραυστης ηθικής του.

Η επαμφοτερίζουσα αλλοίωση συνιστά κίνδυνο ανυπέρβλητο καθώς λιγοστεύει το πνευματικό φως που επηρέαζε κάποτε τις ενορμήσεις του ακόμα και τις πιο στοιχειώδεις, για να μην αναφερθούμε στην καρδιά του.

Σε αυτό το έλλειμμα αλήθειας θεμελιώνεται και η επιτυχία της στρατευμένης – πολλές φορές χριστεπώνυμης – θεληματικής πράξης, αναφορικά με τον ομφαλό του νοήματος που αναζητά.

Εδώ ακριβώς συναληθεύουν τα λόγια του συγγραφέα:
«....δεν μπορείς να πετάξεις αν ξέρεις το γιατί. Άγνοια και άνωση είναι έννοιες ταυτόσημες.»

Μόνο πρόσωπα που αυτοδικώντας προκαλούν ρήγματα στην ασπίδα των ατομικών τους προσποιήσεων, που μπορούν να πλησιάσουν την αλήθεια αθόρυβα και με επίγνωση της πολυπλοκότητάς της, που στη ψυχή τους το νόημα αντιπαρέρχεται την συναισθηματική δοσοληψία, που δέχονται αποσιωπημένοι να βυθιστούν σε ό,τι ανήκει στην τάξη του πόνου, της εγκαρτέρησης και την απελπισίας, δικαιούνται να ελπίζουν εθελοντική ολοκλήρωση.

ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ:
Eυφραντική μεταφυσική αναγωγή στο ωραίο, το θείο ανερμήνευτο ενέργημα.
Ύψιστη δόξα μετοχής ανεπανάληπτης στον αστερισμό της υπερβατικής δεοντολογίας.
Εκστατική όψη ψυχικής εκφραστικότητας.
Πορεία δύσκολη, εργώδης, ευθυγραμμισμένη με τις φυσικές επιταγές, ανθίζει αργά υποταγμένη στη διεργασία της φωτοσύνθεσης, απορροφώντας το κακό και μεταβολίζοντας το αθόρυβα. Σε αποφατικό πλαίσιο όπου οι λέξεις δεν εξαντλούν στη διατύπωση το νόημά τους. Αναίτια, αδικαιολόγητα.
Άθλημα εμπιστοσύνης. Η βεβαιότητα κερδίζεται δυναμικά ( όχι οριστικά ) όταν μετέχεις στην πάλη για αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά, απαλλαγμένη από την λογική των συναισθηματικών ισοδυνάμων που δηλητηριάζουν αντίστροφα τον ίδιο τον πυρήνα της ανάγκης του ανθρώπου για εξερεύνηση περιεχομένων, δηλαδή συστατικά κοινωνίας ανθρώπων.

Όταν οι αφετηριακές παρορμήσεις αναζητούν υπερβατικά αντίβαρα,
όταν η καθαρότητα της ιδέας τοποθετείται στο ζύγι της επένδυσης,
όταν η θυσιαστική ανιδιοτέλεια αναζητά παυσίπονα,
όταν το άτομο λειτουργεί σε περιβάλλον σαφούς πλέγματος αναγνωρισμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων,
όταν το ενέργημα επιδιωχθεί να αποδοθεί λεκτικά, να παραφραστεί ικανοποιητικά, ή να ερμηνευτεί εννοιολογικά…..
…..η προσέγγιση της αυθεντίας διαθλάται χάνοντας το δρόμο της, διολισθαίνοντας στο χώρο μιας απατηλής πραγματικότητας.

Όσο ο άνθρωπος εκτίει την ποινή του στη φυλακή της λογικής δύσκολα θα μπορέσει να εγκολπώσει νοοτροπία εθελοντή. Ο ντετερμινισμός του τον παραλλάσει, τον αποσυντονίζει, ασελγεί λαθραία στην καθαρότητα της εσωτερικής ύπαρξής του.

Μη ψάχνετε λοιπόν για εθελοντές. Μας τελείωσαν. Για την ακρίβεια δεν υπήρξαν ποτέ στην αγορά. Ούτε υφιστάμενοι ούτε διαθέσιμοι.

«Σε οποιοδήποτε πλαίσιο έρευνας που βασίζεται στην λογική ή στην εμπειρία, καμιά πράξη υπερφυσικής αποκάλυψης ή παρέμβασης, κανένα μήνυμα που έρχεται πέρα από τον θνητό άνθρωπο δεν αποδείχθηκε ποτέ ότι είναι κάτι άλλο από προϊόν της ανθρώπινης φαντασίας και του ανθρώπινου λόγου.»
George Steiner
‘Errata’

Αλέξανδρος Φ. Προσπαθόπουλος
Θεσσαλονίκη 3/11/07